Feedback

Ηλεκτρονική Υπηρεσία Υποστήριξης μελών & φίλων

Μέσα από το κίνημα η φωνή σου ακούγεται.

7. ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ξανά στο προσκήνιο

Πολλές από τις προτεραιότητες που σκιαγραφήθηκαν πιο πάνω, έχουν αποτελέσει ξανά την αιχμή της πολιτικής δράσης που διαμορφώθηκε τα μεταπολεμικά χρόνια στην Ευρώπη και άλλες ανεπτυγμένες χώρες και έμεινε γνωστή σαν «σοσιαλδημοκρατία». Στις κοινωνίες που είχαν επιζήσει του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα σοσιαλιστικά και δημοκρατικά κόμματα σχεδίαζαν εκτεταμένες παρεμβάσεις στην οικονομία, τα βασικά κοινωνικά αγαθά και τις υποδομές προκειμένου να ανεβάσουν την παραγωγική ικανότητα της χώρας, να αυξήσουν την απασχόληση και να γεφυρώσουν τις ανισότητες εισοδήματος.

Η χρηματοδότηση γινόταν με την κατάλληλη δημοσιονομική επέκταση, ενώ οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων έδινε την δυνατότητα στην κάθε οικονομία να ασκεί μια σχετικά ανεξάρτητη νομισματική πολιτική και να διορθώνει μικρές απώλειες ανταγωνιστικότητας. Η υιοθέτηση και εφαρμογή των πολιτικών αυτών γινόταν με ισχυρές πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες που ενίσχυαν τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Αυτή ήταν η «ένδοξη τριακονταετία» 1950-1980 που μεταμόρφωσε την Δυτική Ευρώπη από ένα κατεστραμμένο τοπίο του πολέμου σε μια επίζηλη ομάδα χωρών με ευημερία, δημοκρατικές κατακτήσεις και μια πίστη στις κοινές προοπτικές τους που από νωρίς άρχισαν να παίρνουν την μορφή μιας ολοένα και στενότερης ευρωπαϊκής ενοποίησης και διεύρυνσης.

Η πορεία αυτή ανακόπηκε βίαια στις δεκαετίες 1970-80, όταν ξέσπασαν οι μεγάλες ανατιμήσεις στην τιμή του πετρελαίου. Η πετρελαϊκή κρίση έπληξε την ικανότητα της οικονομίας όχι να καταναλώνει επαρκώς όπως γινόταν μέχρι τότε, αλλά να παράγει ανταγωνιστικά. Ήταν ένα σοκ προσφοράς και οι παραδοσιακές πολιτικές ζήτησης δεν μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν, αλλά οδήγησαν πολύ σύντομα σε ένα νέο φαινόμενο, τον στασιμοπληθωρισμό.

Να βρίσκεται δηλαδή η οικονομία σε παρατεταμένη ύφεση και η προσπάθειες ανέλκυσης να μην έχουν κανένα αποτέλεσμα παρά μόνο να επιτείνουν και άλλο τον πληθωρισμό, και να φουσκώνουν τα ελλείμματα και το χρέος. Η χρεοκοπία της παραδοσιακής οικονομικής πολιτικής, σύντομα έφερε και την κατάρρευση των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων και την επικράτηση νεοφιλελεύθερων καθεστώτων σε πολλές χώρες έως την δεκαετία του 1990.

Στο διάστημα αυτό, η ηττημένη σοσιαλδημοκρατία βρήκε χρόνο να αναστοχαστεί και να αναδιοργανωθεί. Τότε ήταν που κατανόησε ότι έννοιες όπως η ανταγωνιστικότητα πρέπει να εξελίσσονται με τρόπο συμβατό με τις μισθολογικές αμοιβές και όχι ερήμην τους. Ότι η επάρκεια και ποιότητα των υποδομών σε μια οικονομία αναβαθμίζει την παραγωγική διαδικασία πολύ πιο αποτελεσματικά από τις αδιάκοπες επιδοτήσεις χρεοκοπημένων επιχειρήσεων. Ότι η προαγωγή της επιχειρηματικότητας δημιουργεί συνθήκες υψηλής προστιθέμενης αξίας σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από τις διοικητικές παρεμβάσεις του κράτους.

Ακόμα πιο σημαντική ήταν η αναβαθμισμένη οπτική για το κοινωνικό κράτος και τα δημόσια αγαθά, όπως η παιδεία και η υγεία. Τα οποία για να προσφέρονται με επάρκεια πρέπει να αξιολογείται διαρκώς τόσο η ποιότητα παροχής τους όσο και το αποτέλεσμα που έχουν στην βελτίωση της ζωής των πολιτών. Έτσι διαμορφώθηκε σταδιακά ένα νέο ρεύμα σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής, το οποίο την τελευταία διετία έχει αρχίσει να επιστρέφει πλησίστιο στην διακυβέρνηση αρκετών ευρωπαϊκών και άλλων ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών.

Η ανάγκη για μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση κορυφώθηκε την περίοδο της πανδημίας, όταν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες συνειδητοποίησαν τρεις ξεχασμένες προτεραιότητες:

1. την σημασία ενός δημόσιου και αποτελεσματικού συστήματος υγείας, τις ανάγκες του οποίου δεν μπορεί να καλύψει η περιορισμένη ιδιωτική ιατρική.

2. την σημασία ενός συστήματος παραγωγής με σύγχρονες υποδομές μεταφοράς για να ανταπεξέλθει σε συνθήκες γενικευμένου λοκντάουν και υγειονομικών ελέγχων.

3. την ανάγκη για μια προηγμένη εκπαίδευση και απασχόληση που μπορεί να διεξάγεται υβριδικά και εξ αποστάσεως ώστε να μην διακόπτεται από παρατεταμένα φαινόμενα κοινωνικής απόστασης, ενώ ταυτόχρονα θα διασφαλίζει δικαιώματα και ευκαιρίες για να μην γίνονται οι εργαζόμενοι θύματα σε αθέμιτες πρακτικές εκμετάλλευσης.

Και οι τρεις προτεραιότητες δείχνουν προς την κατεύθυνση ανασύστασης ενός «κράτους-στρατηγείου» που θα αντικαταστήσει τις μισοδιαλυμένες δομές και τις ανεπάρκειες της προηγούμενης φάσης. Η ανάγκη επανάκαμψης του σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου οργάνωσης και ανάπτυξης γίνεται ιδιαίτερα πιεστική για την Ελλάδα, η οποία – μαζί με άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης – δοκιμάστηκε σκληρά την περίοδο των Μνημονίων και αναγκάστηκε να περικόψει ζωτικές λειτουργίες του κράτους και μάλιστα κατεξοχήν στους τομείς που βρίσκονται σήμερα σε προτεραιότητα.

Η εφαρμογή σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών ανάπτυξης μπορεί να γίνει ακόμα πιο αποτελεσματική από την στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια ιστορική της απόφαση κατέληξε να εγκρίνει την σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να χρηματοδοτήσει τις ανάλογες πολιτικές, με έμφαση στην Ψηφιακή μετάβαση προς σύγχρονες μεθόδους προσαρμογής και την Πράσινη μετάβαση προς την απανθρακοποίηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Προπάντων όμως με την έμφαση που δίνει στην ενδυνάμωση του Κοινωνικού Κράτους και την αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού, όπως περιγράφεται στην συνέχεια.

Ευρωπαϊκός Πυλώνας των Κοινωνικών Δικαιωμάτων

Οι σύγχρονες διακηρύξεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας καθόρισαν σημαντικά την διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Πυλώνα των Κοινωνικών Δικαιωμάτων (European Pillar of Social Rights, EPSR). Η τελική του μορφή εγκρίθηκε τον Μάιο 2021 στην Σύνοδο Κορυφής Κοινωνικής Πολιτικής στο Πόρτο της Πορτογαλίας, και ανέδειξε τρεις τομείς άμεσης προτεραιότητας:

  • Εργασία και απασχόληση
  • Δεξιότητες και καινοτομία
  • Κράτος πρόνοιας και κοινωνική προστασία

Το σχέδιο δράσης προτείνει μια σειρά πρωτοβουλιών και θέτει τρεις κύριους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν σε ολόκληρη την Ευρώπη έως το 2030:

  • ποσοστό απασχόλησης τουλάχιστον 78% στην Ευρωπαϊκή Ένωση
  • τουλάχιστον το 60% των ενηλίκων να παρακολουθούν μαθήματα κατάρτισης κάθε χρόνο
  • μείωση του αριθμού των ατόμων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού ή φτώχειας κατά τουλάχιστον 15 εκατομμύρια για όλη την ΕΕ27, μεταξύ των οποίων 5 εκατομμύρια παιδιά

Εξειδικεύοντας τους παραπάνω στόχους, κορυφαία ιδρύματα διαμόρφωσης της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής στην ΕΕ προτείνουν μια σειρά από συγκεκριμένες ενέργειες που θα πρέπει να υλοποιηθούν στις παρακάτω κατευθύνσεις: [1]

1). Εργασιακή ασφάλεια και πρόσβαση στην απασχόληση με κανόνες ίσης αμοιβής μεταξύ φύλων, ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και άνοδο των κατώτερων μισθών για να αντιμετωπιστεί η επιδεινούμενη εισοδηματική ανισότητα σε πολλές χώρες της ΕΕ.

Σημαντική και εντελώς ευθυγραμμισμένη με κύριες προσεγγίσεις της σοσιαλδημοκρατίας είναι επίσης η κριτική στην επικράτηση του επιχειρηματικού μοντέλου «των μετόχων και της χρηματοπιστωτικής κυριαρχίας» (shareholder value & financialisation process). Σύμφωνα με αυτό τα κέρδη της επιχείρησης δεν αποταμιεύονται για να επενδυθούν και να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης όπως γινόταν παλιότερα, αλλά διανέμονται στους μετόχους που τα διοχετεύουν είτε σε κατανάλωση είτε σε βραχυχρόνιες τοποθετήσεις.

Η διαδικασία αυτή γίνεται ακόμα πιο ελκυστική σε περιπτώσεις χαμηλής  φορολογίας μερισμάτων, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Η αποφυγή νέων επενδύσεων επιταχύνει την συρρίκνωση των επιχειρήσεων και της απασχόλησης, με αποτέλεσμα την χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας και μισθών.

          2). Ισότητα των φύλων ανδρών, γυναικών και κάθε μορφής ταυτότητας φύλου με διεκδίκηση ίσων αμοιβών για την ίδια εργασία, ισότιμη αξιοποίηση των ευκαιριών ανάδειξης σε θέσεις ευθύνης επιχειρήσεων και κοινωνικο-πολιτικών οργανισμών, καθώς και ίση μεταχείριση στις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες για τηλεργασία.

          3). Ενίσχυση της διαδικασίας προς-τα-άνω σύγκλισης (upward convergence) μεταξύ των μελών της ΕΕ-27. Αρχικά η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η κρίση χρέους του 2010 είχαν προκαλέσει δριμεία απόκλιση ευημερίας ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Μετά όμως είχε αρχίσει πάλι μια βαθμιαία διαδικασία σύγκλισης στο κατά κεφαλή ΑΕΠ και σε άλλους κοινωνικο-οικονομικούς δείκτες, αλλά μετά την πανδημία η ΕΕ περιέπεσε ξανά σε μια απότομη διαδικασία απόκλισης και ανισοτήτων και φαίνεται ότι θα αποκλίνει ακόμα περισσότερο λόγω της ενεργειακής κρίσης. Η ανάγκη πολιτικών ενίσχυσης της ανάπτυξης, της απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας μέσω εστιασμένων προγραμμάτων – όπως είναι το Ταμείο Ανάκαμψης – επιβάλλεται να συνεχιστούν και να ενισχυθούν για όλα τα κράτη-μέλη σε βαθμό ανάλογο της απόκλισης που υπέστησαν.

Η σοσιαλδημοκρατία για την Ελλάδα του σήμερα

Όμως, μία πολιτική που φιλοδοξεί να αλλάξει την ελληνική κοινωνία και να συντονιστεί με τις μεγάλες αλλαγές που γίνονται στην Ευρώπη, δεν μπορεί γίνεται σαν μηχανιστική εφαρμογή ενός πανευρωπαϊκού πακέτου, όσο πλήρες και να θεωρείται. Ούτε να προσδοκάται σαν μια αργή αλλά σίγουρη συνέπεια μιας αναπτυξιακής πορείας για την οποία και μόνο θα έπρεπε τώρα να αφιερωθεί όλη η προσπάθεια, αφήνοντας τις κοινωνικές προτεραιότητες στο έλεος της μοίρας.

Ούτε φυσικά να βασίζεται σε πολιτικές αναβίωσης του κρατισμού και των πελατειακών σχέσεων που επί δεκαετίες ταλαιπώρησαν τους Έλληνες πολίτες και έστειλαν το πιο ακμαίο τμήμα τους στο εξωτερικό για να αναζητήσει τις ευκαιρίες που δεν είχε εδώ.

Χρειάζεται να τεθούν ξεκάθαρα πολιτικά και κοινωνικά κριτήρια για το ποιοι θα ωφεληθούν από τις εκάστοτε επιλογές,  αν θα διαλέξουμε να αναπαράγουμε ή να μετασχηματίσουμε το παραγωγικό μοντέλο, αν καταφέρουμε να νικήσουμε τις κοινωνικές ανισότητες ή θα τις αφήσουμε να μεγαλώνουν. Ξεπροβάλλουν έτσι δύο πιθανές προσεγγίσεις:

Μία είναι η παραδοσιακή πολιτική των αλόγιστων παροχών και επιδοτήσεων προς υφιστάμενες επιχειρήσεις με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα τονώσουν την ζήτηση, θα αυξήσουν την παραγωγή και θα συγκρατήσουν την απασχόληση. Στην Ελλάδα την πολιτική αυτή την έχουν ακολουθήσει κάμποσες κυβερνήσεις και πιο πρόσφατα η παρούσα με την ξέφρενη χρηματοδότηση κάθε αιτήματος από υπαρκτή ή ανύπαρκτη επιχείρηση που ισχυριζόταν ότι βρέθηκε σε οικονομική απραξία λόγω πανδημίας.

Αποτέλεσμα ήταν αφενός μεν να μην συντελεστεί καμία ουσιαστική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου λόγω ανυπαρξίας ελέγχων και αξιολόγησης, και αφετέρου να αδειάσουν τα κρατικά ταμεία κατά 43 δισεκ. Ευρώ απειλώντας άμεσα την δημοσιονομική ικανότητα της χώρας αν τυχόν χρειαστούν νέες παρεμβάσεις στην ενεργειακή κρίση. Στην πραγματικότητα, η πολιτική αυτή ήταν ίδια με τις αδιέξοδες επιλογές της δεκαετίας του 1970-80, οι οποίες δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν την αλλαγή των συνθηκών και με τις υπέρογκες αυξήσεις υποδαύλιζαν τον πληθωρισμό και το χρέος.

Η άλλη πολιτική είναι να εφαρμοστεί ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό πλαίσιο, που βασίζεται σε πρωτοβουλίες καθολικής αναβάθμισης της παραγωγής, του επιχειρηματικού κλίματος και του εργασιακού περιβάλλοντος. Προφανώς θα περιλαμβάνονται και επιδοτήσεις παραγωγής, αλλά θα είναι στοχευμένες και θα σκοπεύουν στην απόκτηση ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων από εργαζόμενους και επιχειρήσεις.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ταυτόχρονης αναβάθμισης εργασίας και κεφαλαίου μπορεί να υλοποιηθούν πολιτικές ουσιαστικών μισθολογικών αυξήσεων, καταπολέμησης της ανισότητας και σύγκλισης με τις πιο ανεπτυγμένες χώρες.

Με επίκεντρο και βασικό σημείο αναφοράς την Νέα Γενιά, η σοσιαλδημοκρατική πολιτική βγαίνει από τα στενά οικονομίστικα πλαίσια και αποκτά μια ευρύτερη διάσταση εθνικής στρατηγικής που υπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και διασφαλίζει την ισχύ και την ευημερία της.

Ευρώπη ισχυρών θεσμών για ασφάλεια & προστασία σε κάθε κρίση

Προσβλέπουμε συνεχώς στην ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Μέσα από την συνεχή ενδυνάμωση των ευρωπαϊκών θεσμών και οργάνων, τον εκσυγχρονισμό του τρόπου λήψης και υλοποίησης των αποφάσεων καθώς και την συνεχή επέκταση και αναβάθμιση των μηχανισμών αντιμετώπισης των πολλαπλών κρίσεων, διασφαλίζεται τόσο η ευημερία όσο και ειρήνη και η σταθερότητα σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο και την ευρύτερη περιοχή. Ιδιαίτερα σε μια εποχή που επικρατούν συνθήκες «πολύ-πολισμού» ισχύος, συνεχούς μεταβολής διεθνών συμπράξεων και συμμαχιών ενώ ταυτόχρονα συντρέχουν σημαντικές κρίσεις παγκόσμιας κλίμακας.

Για την καλύτερη θωράκιση του ευρωπαϊκού κεκτημένου και την ομαλότερη πορεία του κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος προτείνουμε την ελληνική συμμετοχή και υποστήριξη τριών κυρίως αξόνων ενωσιακής αναβάθμισης και εμβάθυνσης:

  1. Την ολοκλήρωση και ενίσχυση της Στρατηγικής Πυξίδας για την Κοινή Ασφάλεια και Άμυνα. Η θέση της Ελλάδας σε μια αναβαθμισμένη και ενιαία πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, δεν θα αποφέρει μόνο τα αυτονόητα οφέλη σε μια χώρα που αποτελεί τα ανατολικά σύνορα της ΕΕ αλλά σε συνδυασμό με τα αμυντικά μεγέθη της χώρας μας τόσο σε τεχνολογικό και αμυντικό εξοπλισμό όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό, μπορεί να την καταστήσει κυρίαρχο και καθοριστικό παράγοντα στην ανάπτυξη και εφαρμογή μιας κεντρικής ευρωπαϊκής στρατηγικής.  Ταυτόχρονα θα πολλαπλασιάσει τις δυνατότητες συμμετοχής στην ανάπτυξη και παραγωγή νέων βιομηχανικών και τεχνολογικών εφαρμογών και θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την διαπραγματευτική και διπλωματική ισχύ της χώρας μας, σε όλες τις διεθνείς συμμαχίες κι επαφές εκτός ΕΕ.
  2. Την μονιμοποίηση και επέκταση του Ταμείου Ανάκαμψης καθώς και την αναμόρφωση του δημοσιονομικού πλαισίου μέσω της δυνατότητας έκδοσης κοινού χρέους (ομοσπονδοποιημένων ομολόγων). Η ταχύτητα και το μέγεθος παρέμβασης της ΕΕ στις τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις που προκάλεσε η Πανδημία, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, πετυχαίνοντας σε μεγάλο βαθμό ανάσχεση των συνεπειών της κρίσης, θα πρέπει να συνεχιστεί και να αποτελέσει κυρίαρχο εργαλείο ανάσχεσης και των δομικών ανισοτήτων που υποβόσκουν ακόμα εντός των κρατών – μελών. Παράλληλα με το επιτυχημένο μοντέλο του Τ.Α. προτείνεται και η αξιοποίηση της δυνατότητας έκδοσης κοινών ομολόγων, με τα χρηματικά οφέλη των οποίων θα μπορούν χρηματοδοτηθούν συγκεκριμένες δράσεις, όπως η ενίσχυση των υποδομών όλων των κρατών ή πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης.
  3.  Μια νέα αρχιτεκτονική αποφάσεων στα ευρωπαϊκά όργανα που να καθιστά τις αποφάσεις της ΕΕ όσο το δυνατόν περισσότερο λειτουργικές, ταχύτερες και αποτελεσματικές προς όφελος της συντριπτικής πλειοψηφίας των κρατών-μελών και των ευρωπαίων πολιτών. Ως ένα σημαντικό βήμα για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την θωράκιση των κοινών ευρωπαϊκών αξιών απέναντι στις πολλαπλές εξωτερικές προκλήσεις η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση οφείλει να επιδεικνύει μεγαλύτερη ευελιξία και αποφασιστικότητα. Ταυτόχρονα η χώρα μας θα πρέπει θα αξιοποιήσει κάθε δυνατότητα συμπορεύσεων και συμμαχιών με τα κράτη-μέλη που συμπίπτουν οι γεωγραφικές προκλήσεις, παρόμοια μεγέθη και κοινές ανάγκες.

[1] Μια λεπτομερής περιγραφή των στόχων του EPSR υπάρχει στην εργασία των Gömec E., J. Švec, J. M.  Pinto, L. Lyubenova, 2022. THREE IDEAS FOR A STRONGER SOCIAL EUROPE IN A POST-COVID-19 RECOVERY. February. Published jointly by THE FOUNDATION FOR EUROPEAN PROGRESSIVE STUDIES (FEPS) and KARL RENNER INSTITUT. Nº 4 BE 896.230.213, Brussels, February.


Πες τη γνώμη σου

Για να δεις τα σχόλια και να έχεις πρόσβαση σε όλες τις δυνατότητες της πλατφόρμας μπορείς εύκολα να συνδεθείς εδώ

Μπορείς να συμμετέχεις!

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *